«Ανακαλύπτοντας το μαγικό κόσμο της Παιγνιοθεραπείας»

Η ανάπτυξη της Παιγνιοθεραπείας έχει τις ρίζες της στη δεκαετία του 1950 στην Αγγλία, ενώ στη χώρα μας έχει αρχίσει να κερδίζει έδαφος τα τελευταία χρόνια. Πρόκειται για μια μορφή ψυχοθεραπείας μέσω της οποίας το παιδί ή ο έφηβος έχει τη δυνατότητα να εξερευνήσει τα συναισθήματα του, να επικοινωνήσει τις ανάγκες και τις δυσκολίες που βιώνει. Στηρίζεται στη δυναμική που φέρει το παιχνίδι και στους συμβολισμούς μέσα σε αυτό, ενώ παράλληλα αξιοποιεί τη σχέση του Παιγνιοθεραπευτή με το παιδί.

Χρησιμοποιεί το φυσικό μέσο έκφρασης των παιδιών, το παιχνίδι (π.χ. ζωγραφική, κούκλες, παιχνίδι ρόλων, άμμο κ.α.), δεδομένου ότι τόσο τα παιδιά όσο και οι έφηβοι δυσκολεύονται να εκφραστούν λεκτικά. Ένα παιδί είναι δύσκολο να απαντήσει γιατί νιώθει για παράδειγμα θυμό, εκνευρισμό, λύπη. Μέσω της Παιγνιοθεραπείας του δίνεται η δυνατότητα να «προβάλει» τις δυσκολίες και τα βιώματα του σε ένα αντικείμενο. Μπορεί ενδεχομένως να εκφράσει το θυμό που νιώθει, πάνω σε μια κούκλα, επιτυγχάνοντας τη δημιουργία μιας ασφαλής απόστασης για να δουλέψει τα θέματα του και να απελευθερωθεί από εντάσεις. «Δεν είμαι εγώ αυτός που θυμώνει, αλλά η κούκλα».

Η Παιγνιοθεραπεία απευθύνεται κυρίως σε παιδιά ηλικίας 3-12 ετών που παρουσιάζουν προβλήματα συμπεριφοράς ή/ και συναισθηματικές δυσκολίες (όπως για παράδειγμα, επιθετικότητα, απόσυρση, υπερκινητικότητα), που έχουν βιώσει κάποια απώλεια λόγω πένθους, διαζυγίου κ.α. Μπορεί όμως να εφαρμοστεί και προληπτικά, όταν παραδείγματος χάριν το παιδί βρίσκεται μπροστά σε μια επικείμενη αλλαγή, όπως ένα διαζύγιο, θάνατος στο άμεσο περιβάλλον, νέο μέλος στην οικογένεια ή μια μετακόμιση.

Οι συνεδρίες που διαρκούν μια ώρα πραγματοποιούνται μια φορά την εβδομάδα, στο ίδιο μέρος, την ίδια πάντα ημέρα και ώρα. Κι αυτό γιατί η σταθερότητα συμβάλει στο να νιώσει το παιδί ασφάλεια, ώστε να εμπιστευτεί το θεραπευτή και τη διαδικασία. Ο Παιγνιοθεραπευτής δεν κρίνει το θεραπευόμενο, δεν έχει προσδοκίες από αυτόν, σέβεται το ρυθμό και το συναίσθημα του και λειτουργεί ως συνοδοιπόρος σε αυτό το ταξίδι της «ανακάλυψης», δημιουργώντας μαζί του θεραπευτική συμμαχία.

Αρχικά, ο θεραπευόμενος μαζί με το θεραπευτή ορίζουν το θεραπευτικό στόχο. Ο κύκλος της θεραπείας διαρκεί δέκα συνεδρίες μετά το τέλος των οποίων γίνεται εκτίμηση της κατάστασης, κι αν κρίνεται απαραίτητο γίνεται ακόμη ένας κύκλος για τον επαναπροσδιορισμό του στόχου, που είχε τεθεί αρχικά.

Η συνεδρία ξεκινάει με το στρώσιμο του «μαγικού χαλιού», πάνω στο οποίο διαδραματίζεται όλο το παιχνίδι. Συνηθίζουμε να το λέμε «μαγικό», γιατί εκτός του ότι βάζει το πλαίσιοτα όρια που χρειάζονται για να νιώσει το παιδί ασφάλεια- συμβολικά, μπορεί και «αντέχει» τα δύσκολα συναισθήματα, δε τα σκορπίζει και κρατάει μυστικά. Με το δίπλωμα του (του «μαγικού χαλιού») στο τέλος της συνεδρίας, το παιδί φεύγει χωρίς να κουβαλάει κάποιο βάρος.

Τα παιχνίδια που χρησιμοποιούνται στην Παιγνιοθεραπεία βρίσκονται είτε σε σάκους, είτε σε κουτιά, κατηγοριοποιημένα με βάση τα εξελικτικά στάδια του παιχνιδιού. Το πρώτο στάδιο, το αισθητηριακό, έχει να κάνει με τις πέντε αισθήσεις. Μαλακά αρκουδάκια, άμμος, γεύσεις, μυρωδιές, βρίσκονται στη διάθεση του παιδιού. Το δεύτερο στάδιο, είναι το προβολικό, όπου το παιδί «προβάλει» πάνω σε διάφορα αντικείμενα, δικά του συναισθήματα. Τα παιδιά έχουν την τάση να προβάλουν ό,τι έχουν ενδοβάλει από δικά τους βιώματα και εμπειρίες. Στο τελευταίο πλέον στάδιο το παιδί μεταμφιέζεται με διάφορα κουστούμια και παίζει διάφορους και εναλλακτικούς ρόλους.

Εν ολίγοις μέσα από τη θεραπευτική διαδικασία το παιδί αποκτά αυτοπεποίθηση, ενδυναμώνεται συναισθηματικά και μαθαίνει να διαχειρίζεται με πιο αποτελεσματικό τρόπο τις τυχόν δυσκολίες. Τέλος, κάποιες από τις τεχνικές της Παιγνιοθεραπείας, μπορούν να εφαρμοστούν και σε μεγαλύτερες ηλικίες. Άλλωστε, όλοι οι άνθρωποι κρύβουν μέσα τους μια «παιχνιδιάρικη» διάθεση. Άλλοι σε μεγαλύτερο και άλλοι σε μικρότερο βαθμό, αρκεί να τους δοθεί η ευκαιρία να τη βγάλουν προς τα έξω.